Μέριλιν Μονρόε, Ουίνστον Τσώρτσιλ , Ισαάκ Νεύτωνας: ταλέντο, δόξα, αναγνώριση …. τραυλισμός

        Ο τραυλισμός έχει τις ρίζες του στο βάθος του χρόνου της παγκόσμιας ιστορίας. Συναντάται σε όλους τους πολιτισμούς και σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Αναφέρεται σε πολλά σημεία της Βίβλου, με τον Μωυσή και τον Ησαΐα να εκδηλώνουν συχνά συμπτώματά του. Αλλά και στη γειτονιά μας ο Αριστοτέλης πίστευε ότι ο τραυλισμός οφείλεται σε κάποια νευρικότητα και ανικανότητα της γλώσσας, ενώ ο ρήτορας Δημοσθένης (με τραυλισμό και ο ίδιος) διατεινόταν ότι οφείλεται σε έλλειψη ηθικής δύναμης.

        Παρά τις επιστημονικές μελέτες και έρευνες πέντε χιλιάδων χρόνων, ο τραυλισμός παραμένει ακόμη και σήμερα ένα πολυδιάστατο πρόβλημα, για την εκδήλωση του οποίου ευθύνονται ποικίλοι αιτιολογικοί παράγοντες, με διαφορετική βαρύτητα για κάθε άτομο.

        Στο DSM-5 (Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Ένωσης) o τραυλισμός εντάσσεται στις διαταραχές επικοινωνίας, στην ευρύτερη κατηγορία των νευροαναπτυξιακών διαταραχών, και ορίζεται ως διαταραχή της φυσιολογικής ροής και της ρυθμικής διαμόρφωσης της ομιλίας, δυσανάλογη με την ηλικία του ατόμου, και που εκδηλώνεται με επαναλήψεις, επιμηκύνσεις, μπλοκαρίσματα και παρεμβολές ήχων/φωνημάτων.

        Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναφέρουμε εδώ ότι ο ορισμός του τραυλισμού ως διαταραχή στη ροή του λόγου δεν περιλαμβάνει το υποκειμενικό βίωμα ,τα συναισθήματα και την επίδραση του τραυλισμού στην ποιότητα ζωής και στη δραστηριότητα του ατόμου.

        Υπολογίζεται πως στην Ελλάδα το 1% του γενικού πληθυσμού πάσχει από τραυλισμό. Εμφανίζεται συνήθως στην παιδική ηλικία, αν και μπορεί επίσης να εκδηλωθεί αργότερα, στην εφηβεία ή στην ενήλικη ζωή. Η τυπική ηλικία έναρξης είναι 2-7 ετών, με αιχμή την ηλικία των 5 ετών, είναι 3-4 φορές συχνότερος στα αγόρια και συχνότερος μεταξύ των μελών οικογενειών των παιδιών που τραυλίζουν. Είναι συχνότερος σε παιδιά μικρής ηλικίας και σε αυτή την ηλικία συχνά επιλύεται αυτόματα (80%).

        Ο τραυλισμός τυπικά αναπτύσσεται εντός εβδομάδων ή μηνών και από το στάδιο της περιστασιακής επανάληψης ήχων ή συλλαβών μέχρι την εδραίωση της παρακώλυσης της επικοινωνίας του παιδιού με μεγάλες παύσεις και μπλοκαρίσματα υπάρχουν περίοδοι και φάσεις.

        Χωρίς να υπάρχει ομοφωνία ως προς τα αίτια εκδήλωσης του τραυλισμού υπάρχει μια γενική, θα λέγαμε, παραδοχή ότι εκδηλώνεται όταν συνδυάζονται οργανικοί, γενετικοί, ψυχολογικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες και επιδεινώνεται σε στρεσσογόνες καταστάσεις.

        Αναλυτικότερα, τέτοιοι παράγοντες είναι η γενετική προδιάθεση, οι ενδοκρινολογικές διαταραχές και η απουσία υπερτέρησης ενός από τα δύο ημισφαίρια. Επιπρόσθετα, συναντάται ως έκφραση ψυχοσωματικής διαταραχής στην προσπάθεια του ατόμου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος (των γονέων, του σχολικού πλαισίου και του ευρύτερου κοινωνικού συστήματος).

        Στην περίοδο της προσχολικής ηλικίας το παιδί βιάζεται να πει πολλά σχετικά με τα πρωτόγνωρα και μαγικά πράγματα που ανακαλύπτει καθημερινά. Οι αδυναμίες του παιδιού στην έκφραση δε δημιουργούν πάντα κάποια ιδιαίτερη ανησυχία και τα ίδια τα παιδιά μπορεί να μην αντιλαμβάνονται ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη ροή του λόγου τους, οπότε και δεν ανησυχούν. Ο τραυλισμός εκδηλώνεται συνήθως περιστασιακά και σε αυτή τη φάση συχνά υποχωρεί αυτόματα. Σε περίπτωση που το παιδί δείχνει να αντιλαμβάνεται τις δυσκολίες του και ανησυχεί γι’ αυτές απαιτείται η άμεση παρέμβαση του ειδικού.

        Στην περίοδο της σχολικής ηλικίας ο τραυλισμός εκδηλώνεται με πιο σταθερή μορφή σε σύντομες και συγκεκριμένες περιόδους, κατά τις οποίες η ροή του λόγου είναι φυσιολογική, Το παιδί αναγνωρίζει ότι τραυλίζει.

        Στην προεφηβική και εφηβική ηλικία το άτομο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως άτομο με τραυλισμό. Σταδιακά και σε κατάσταση έντονου άγχους και πίεσης αρχίζει να αποφεύγει τη χρήση λέξεων που αναμένει ότι θα το δυσκολέψουν και αντικαθιστά τις «δύσκολες» λέξεις με άλλες. Αντιδρά με συναισθηματική φόρτιση σε αναφορές ή σκέψεις σχετικά με το πρόβλημά του, ενώ συμβαίνει να εμφανιστούν διάφορα tics και εκφράσεις προσώπου.

        Κατά την ενηλικίωση το άτομο υιοθετεί μια πεποίθηση μονιμότητας της δυσκολίας έκφρασης και επιδιώκει έντονα και επίμονα να αποφεύγει λέξεις, καταστάσεις και διαπροσωπικές σχέσεις, όπου θα μπορούσε να εκτεθεί προβλέποντας με άγχος τις στιγμές κατά τις οποίες θα τραυλίσει. Βιώνει φόβο και ντροπή για τις δυσκολίες του, αντιλαμβάνεται τις καταστάσεις που χρειάζεται να αντιμετωπίσει ως απειλή για την αυτοεικόνα και την αυτοεκτίμησή του.

        Το ενδεχόμενο ο τραυλισμός να αποτελεί σύμπτωμα κάποιου άλλου προβλήματος συζητείται ήδη από τον 18ο αιώνα. Στην περίπτωση αυτή η αντιμετώπισή του μπορεί να είναι εφικτή μόνο μέσα από την επιτυχή αντιμετώπιση του γενεσιουργού προβλήματος. Στο πλαίσιο της ψυχαναλυτικής θεωρίας τον 20ο αιώνα κυριάρχησε η άποψη πως ο τραυλισμός είναι μια «αγχώδης νεύρωση». Ωστόσο τα αποτελέσματα της ψυχαναλυτικής θεραπείας κρίθηκαν μη ικανοποιητικά κι έτσι η αρχική διαπίστωση εγκαταλείφθηκε.

        Οι βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις που αφορούν στην αιτιολογία του τραυλισμού περιλαμβάνουν:

        1. την υπόθεση της κατάρρευσης

        Σύμφωνα με αυτή ο τραυλισμός θεωρείται μία οργανική διαταραχή, όπου γενετικοί κυρίως παράγοντες σε αλληλεπίδραση με περιβαλλοντικούς δημιουργούν πίεση στο άτομο, ευθύνονται για την εμφάνισή του και προκαλούν ‘κατάρρευση’ των φυσιολογικών λειτουργιών της ομιλίας. Η θεραπευτική αντιμετώπιση περιορίζεται στον έλεγχο των εξωτερικών πιέσεων εκ μέρους του ατόμου που τραυλίζει.

        2. την υπόθεση της «απωθημένης ανάγκης»

        Βασίζεται στις ψυχοδυναμικές θεωρίες, που θεωρούν τον τραυλισμό ως το σύμπτωμα κάποιας νεύρωσης στην .προσπάθεια ελέγχου και ικανοποίησης ασυνείδητων απαγορευμένων αναγκών και επιθυμιών. Ο τραυλισμός εκλαμβάνεται ως μία μορφή επιθετικότητας, με την έννοια ότι η εκδήλωσή του αποτελεί οδυνηρή εμπειρία για τον ακροατή, ενώ στην ίδια φιλοσοφία ο Adler (1927) χαρακτηρίζει τον τραυλισμό ως μια περίπτωση νεύρωσης, η οποία σχετίζεται με το αίσθημα κατωτερότητας που βιώνει το παιδί, επειδή δεν μπορεί να μιλήσει καλά.

        3. την υπόθεση της «αναμονής – αντιμετώπισης»

        Σύμφωνα με αυτή την υπόθεση ο τραυλισμός είναι αποτέλεσμα μάθησης. Το άτομο τραυλίζει, γιατί περιμένει ότι θα τραυλίσει. Εδώ η ανταπόκριση της οικογένειας και των σημαντικών προσώπων στη ζωή του ατόμου διαδραματίζει εξαιρετικά καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη και ενίσχυση ή μη του τραυλισμού και στις αντιλήψεις που διαμορφώνει το άτομο σχετικά με την ομιλία του. Οι αντιδράσεις αναμονής-αντιμετώπισης ενεργοποιούνται στο άτομο ως προσπάθεια άσκησης ελέγχου της αναμενόμενης δυσκολίας στη λεκτική επικοινωνία και των αισθημάτων που βιώνει με έντονο άγχος κι έτσι διαταράσσεται η φυσιολογική ροή της ομιλίας.

        4. το μοντέλο των «δυνατοτήτων και απαιτήσεων»

        Όταν οι απαιτήσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος για την ομιλία του ατόμου ξεπερνούν τις γνωστικές, συναισθηματικές, γλωσσικές και κινητικές του δυνατότητες, ο τραυλισμός εμφανίζεται ως ‘κατάρρευση’ της ομιλίας λόγω των μειωμένων εγγενών γλωσσικών ικανοτήτων ή των πιεστικών περιβαλλοντικών καταστάσεων σχετικά με την ομιλία του.

        5. την υπόθεση της «συγκαλυμμένης διόρθωσης»

        Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή ο τραυλισμός αποτελεί μια διορθωτική αντίδραση του ατόμου στην προσπάθεια ελέγχου των λαθών κατά τη ροή του λόγου, αντίδραση η οποία προκαλεί την εκδήλωση φωνολογικών λαθών .

        Άλλες έρευνες για τον τραυλισμό αναφέρουν ως αιτίες εμφάνισής του

σε ποσοστό 28% κάποιο τραυματικό γεγονός

σε ποσοστό 10% κάποια σοβαρή μορφή ίωσης ή άλλης ασθένειας.

σε ποσοστό 13% την προσπάθεια μίμησης κάποιου προτύπου από το συγγενικό περιβάλλον το οποίο τραυλίζει.

Το τραύλισμα μπορεί να θεραπευτεί;

        Η έγκαιρη και κατάλληλη θεραπεία μπορεί να βοηθήσει σε κάθε ηλικία τα πρόσωπα που τραυλίζουν. Σύμφωνα με τα νεότερα δεδομένα καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή παίζει η συνεργασία λογοθεραπευτή και ψυχοθεραπευτή. Δεν υπάρχει όριο ηλικίας πότε κανείς μπορεί να ξεκινήσει θεραπεία. Επίσης, το αποτέλεσμα της θεραπείας εξαρτάται από τη θέληση και πολλές φορές από το κίνητρο του ατόμου για απαλλαγή από τον τραυλισμό. Οι θεραπευτικές μέθοδοι για τον τραυλισμό ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον χρόνο έναρξης και τη σοβαρότητά του. Για την αντιμετώπισή του χρειάζεται ένα συστηματικό, εξατομικευμένο θεραπευτικό πρόγραμμα, το οποίο θα περιλαμβάνει τους γονείς (αν πρόκειται για παιδί) και το ίδιο το παιδί ή το ενήλικο άτομο. Σε παιδιά προσχολικής ηλικίας η εκπαίδευση των γονέων με σκοπό την αλλαγή κάποιων περιβαλλοντικών και επικοινωνιακών παραγόντων και υιοθέτηση αποτελεσματικότερων και ανθεκτικότερων στο χρόνο στρατηγικών μπορεί να αποτρέψει την εδραίωση του τραυλισμού. Η αναζήτηση συμπεριφορών, στάσεων, συναισθημάτων και πεποιθήσεων που συντηρούν και πυροδοτούν την έκφραση του τραυλισμού είναι συχνά απελευθερωτική για όλη την οικογένεια. Η στήριξη της οικογένειας στην εύρεση της κατάλληλης λύσης με βάση τα συναισθηματικά και κοινωνικά αποθέματά της ενδυναμώνει την οικογένεια και ενισχύει ποικιλοτρόπως τις σχέσεις των μελών

Ο τραυλισμός είναι απλά μια ιδιαιτερότητα, που καταλαμβάνει στη ζωή σου τη θέση και την έκταση που εσύ της δίνεις και δεν είναι απαραίτητο να καθορίζει το ποιος είσαι, ούτε να υπονομεύει την ποιότητα της ζωής σου και την ικανότητα για ανθρώπινη επικοινωνία, σύναψης διαπροσωπικών σχέσεων αλλά και κατάκτησης της ευτυχίας.